Πονάω…
Αλλά γιατί πονάω;
Αλήθεια, πότε άρχισε ο
πόνος; Δεν το θυμάμαι, δε το μπορώ, έχω μια αίσθηση πως είναι από πάντα. Το
βλέμμα μου γύρω πέφτει μόνο σε πόνο, όλα με πονάνε, γύρω μίσος και καταφρόνια.
Είμαι ΠΟΝΟΣ. Πλέον αυτή την φύση ενδύθηκα. Άγγιξα αυτό που λένε οι σοφοί: είμαι ένα με τα
πάντα. Άρα τα πάντα είναι πόνος! Δε μπορεί. Πέτυχα την ένωση με το σύμπαν και αισθάνομαι πόνο; Ή μήπως η φύση
αυτής της ένωσης είναι παρά φύση;
Όσο και να αναμοχλεύω
την μνήμη μου δε μπορώ να βρω την αρχή του μίτου. Άρα για να μη θυμάμαι, δεν
ήμουν εκεί• ήμουν ΑΠΩΝ. Μάλλον αφαιρέθηκα. Πρέπει να έχασα την προσοχή μου σαν
τον ψαρά που αγκιστρώνεται στο ίδιο του το αγκίστρι χωρίς να το καταλάβει.
Αισθάνομαι σχεδόν την χλεύη του ψαριού! Τι ειρωνεία!
Ήταν μια ανέμελη στιγμή
ραστώνης της συνειδητότητας μου. Μια στιγμή αφαιρέθηκα και έγινε το κακό. Δεν
το κατάλαβα, πρέπει να έγινε γρήγορα και δεν αισθάνθηκα ούτε το τσίμπημα. Θα
πρέπει να ήταν άβολα στην αρχή. Τι δύναμη η συνήθεια, για πολύ καιρό το
αγνοούσα. Μα καλά το μυαλό τι έκανε; Δεν έδινε εντολές; Νωθρή η σκέψη αλλά τα η
στηθάγχη, εκεί στο στέρνο μου βαραίνει την ανάσα. Μια διαίσθηση την έχω, κάτι
δεν πάει καλά. Ο θερμοσίφωνας κλειστός, την δόση της εφορίας την πλήρωσα,
πλήρωσα και το φροντιστήριο του παιδιού. Άρα το πρόβλημα δεν είναι έξω, πρέπει
να είναι άλλου.
Έχω και αυτό το αγκίστρι στο δάχτυλο, δεν με πονά. Είναι όμως φυσικό αυτό το ξένο μέταλλο να έχει γίνει ένα με μένα; Αν έπρεπε να το φέρω δεν θα γεννιόμουν με αυτό; Ας κόψω ό,τι περισσεύει, ό,τι δεν είναι δικό μου. Ομολογώ, το λάθος ήταν δικό μου• ας πρόσεχα. Θα βγάλω το αγκίστρι, άρχισε ήδη η σκουριά να απλώνει δίχτυ. Δεν θα ‘ναι για καλό αν μείνει. Από δω θα αρχίσω. Λες να πονέσει; Στην αρχή δε πόνεσε. Τότε όμως ήμουν αφηρημένος, δεν είχα συνείδηση πόνου – μεταξύ μας, ούτε της ζωής είχα συνείδηση. Τώρα είναι αλλιώς, θα το κάνω εν γνώσει και οικεία βουλήσει. ¨Θα είμαι ΠΑΡΟΝ¨
Τώρα που το
καλοσκέφτομαι, και αύριο μέρα είναι. Τόσα χρόνια το αγκίστρι είναι στο χέρι
μου, μια μέρα δεν θα αλλάξει τίποτα. Είναι όμως και εκείνο το status ενός φίλου
που πάτησα like το πρωί. “Μην αναβάλεις για αύριο αυτό που μπορείς να κάνεις
σήμερα.”
Θάρρος θέλει. Θάρρος
και τόλμη. Θα το κάνω ΤΩΡΑ!
Μη πάει άσκοπα και το
like…
Ο πόνος που βιώνουμε
ξεκινά από μια στιγμή έλλειψης προσοχής, ελάττωσης της συνειδητότητας, σιγά -
σιγά τον συνηθίζουμε και βολευόμαστε με αυτόν, μέσα σε αυτόν. Εντός μας όμως,
κάπου βαθιά, αισθανόμαστε πως πρέπει να απαγκιστρωθούμε από αυτόν. Απλά
καθυστερούμε το αναπόφευκτο. Γινόμαστε μια σφαίρα σιδερένια που πλανάται
ανάμεσα στους πόλους του ίδιου μαγνήτη κινούμενοι στο μαγνητικό πεδίο μεταξύ
του δίπολου ασυνειδησίας – συνειδητότητας. Ο ένας πόλος προσφέρει την παρηγοριά
του πόνου στην αγκάλη και στο λίκνο της συνήθειας. Ο άλλος πόλος μας έλκει προς
την απελευθέρωση από τα δεσμά που μας κρατούν σαν τον προμηθέα μακριά από το
φώς της συνείδησης όπου όλα είναι ένα και έχουν την ίδια ουσία. Η διαφορά είναι
πως ο δρόμος προς τον πόλο του φωτός δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα αλλά
είναι ακανθώδης έναντι στην παρηγοριά της συνήθειας, είναι ταξίδι προς το ελπιδοφόρο άγνωστο. Αυτό
που πρέπει να κάνουμε είναι να λάβουμε την απόφαση για αλλαγή, για συνειδητή
αλλαγή, διότι βλέπουμε ξεκάθαρα πως ολισθαίνουμε και τέλος πρέπει να μαζέψουμε
τις δυνάμεις μας γι αυτόν τον σκοπό.
2 σχόλια:
Δραπετεύεις απ’ το αγκίστρι του πόνου μόλις καταφέρεις να ξεφύγεις απ’ το αγκίστρι του χρόνου. Χρόνος και πόνος πάνε πάντα μαζί. Γίνεται όταν όλες οι έξοδοι διαφυγής κλείσουν και δεν έχεις πλέον άλλη επιλογή απ’ το να στραφείς προς τα μέσα και να δεις κατάματα τον πόνο σου χωρίς να τον κρίνεις. Αν καταφέρεις να είσαι ΠΑΡΟΝ στο ΤΩΡΑ χωρίς να αποκοιμηθείς ή να ταυτιστείς με τον πόνο τότε δημιουργείς τις ιδανικές συνθήκες ώστε να ανοίξει μια νέα πόρτα και να εμφανιστεί μια νέα κατανόηση. Χρειάζεται απλά να είσαι ικανός να παραμείνεις με τον πόνο, με την αμφιβολία και την αβεβαιότητα χωρίς να τρέχεις με νεύρα και ένταση πίσω απ’ τα γεγονότα και τις αιτίες.
Η ευκαιρία να συμβεί αυτό το άνοιγμα και να εμφανιστεί η θεία χάρη, μας παρουσιάζεται πάντα όταν βρισκόμαστε σε μεγάλη ταραχή ή πόνο. Όταν βαδίζουμε στα σκοτεινά σοκάκια μιας άδειας και χωρίς νόημα ζωής και η απέχθεια για τον εαυτό μας, η αδυναμία μας και η έλλειψη κατεύθυνσης γίνονται αβάσταχτες. Όταν, χρόνο με τον χρόνο, η πολυπόθητη τελειότητα της ζωής δεν εμφανίζεται και όλοι οι παλιοί καταναγκασμοί συνεχίζουν να βασιλεύουν μέσα μας και να ρυθμίζουν αυτόματα τη δράση μας.
Αν καταφέρουμε μια φορά να πούμε ένα αληθινό «ΝΑΙ» στη στιγμή, να αποδεχτούμε αυτό που είμαστε κι αυτό που συμβαίνει, είτε μας πονάει είτε όχι, χωρίς ενδοιασμούς, χωρίς επιλογές, τότε αυτή η κατάφαση, αυτό το μικρό άνοιγμα, μπορεί να πάρει τη μορφή ντόμινο. Μπορεί να ξεσπάσει σε μια αλυσίδα καταφάσεων που δεν έχει όρια. Αν καταφέρουμε να πούμε ένα αληθινό «ναι» σε μια στιγμή είναι σαν να λέμε «ναι» σε ολόκληρη την ύπαρξη. Είναι σαν να λέμε ναι στην Αιωνιότητα που κρύβεται πίσω από αυτή τη μοναδική στιγμή. Αν επιμείνουμε στο όχι τότε χάνουμε τη στιγμή αυτή και ζούμε στη φθορά του χρόνου που δεν είναι παρά αυτή η συνεχόμενη άρνηση στην πρόσκληση της θείας χάρης. Στην ουσία η άρνηση της ΜΙΑΣ και ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ στιγμής μέσα στην οποία βρισκόμαστε πάντα.
Ναι!
(σκεφτόμουνα να γραψω ένα σχόλιο -συμπλήρωμα στις σκέψεις αλλά λέω ένα νέτο σκέτο ναι (όχι και ξερό όμως).
Ευχαριστώ και καλή ανάρρωση σε όποιον πονάει ακόμα.
Δημοσίευση σχολίου