Κοίτα γύρω σου. Κανείς
δε ξυπνάει. Όλοι συνεχίζουν ατάραχοι τον αιώνιο ύπνο τους. Κανείς δεν αλλάζει.
Κανένας δ.ε θ.έ.λ.ε.ι να αλλάξει. Τους βολεύει ο γνώριμος, ταλαίπωρος,
δυστυχισμένος, κακόμοιρος εαυτός τους. Και το μόνο που θέλουν είναι να
συνεχίσουν να γκρινιάζουν επαναλαμβάνοντας ασταμάτητα τα ίδια και τα ίδια. Τι
κούραση θεέ μου… Μα δε βλέπεις λοιπόν τη ματαιότητα; Πέρα από μια εγωιστική
ψευτοικανοποίηση σε νοητικό επίπεδο κανείς δεν ενδιαφέρεται να ακούσει πραγματικά.
Κανείς δε βελτιώνεται. Ούτε οι κοντινότεροι συγγενείς και φίλοι σου. Γιατί
συνεχίζεις να σπαταλάς την ενέργειά σου; Γιατί
συνεχίζεις ακούραστα να μιλάς αφού κανείς δε φαίνεται να αλλάζει;
Έμεινε για αρκετή ώρα να
στοχάζεται σιωπηλά. Τη θλίψη στα μάτια του γρήγορα αντικατέστησε μια φλόγα
χαράς. Κι απάντησε:
Αν κάποιος ξεφύγει για λίγο
απ’ τα δεσμά του ύπνου και δει κάτι αληθινό και όμορφο θέλει να το μεταβιβάσει στους
συνοδοιπόρους του, από στοργή και συμπόνια. Θέλει να τους τραβήξει μαζί του. Θέλει
να κάνει τα αδύνατα δυνατά για να τους βοηθήσει να ξυπνήσουν, να υψωθούν και να
υπερβούν τις βάσανά τους. Κι αν ακόμη
κανείς δεν ενδιαφέρεται πραγματικά να τον ακούσει, κι αν ακόμη κανείς δε
φαίνεται να αλλάζει, δεν πειράζει. Τον
νοιάζει αλλά δε μπορεί να κάνει αλλιώς. Θα ρωτούσες ποτέ ένα λουλούδι γιατί ανθίζει,
γιατί μοσχοβολάει, γιατί δεν κρατάει το άρωμά του για τον εαυτό του; Θα ρωτούσες
ποτέ ένα μελωδικό πουλί γιατί δεν κουράζεται να τραγουδάει ασταμάτητα με το πιο γλυκό
κελάηδημά του; Δε μπορώ να κάνω αλλιώς…
Συνοδοιπόροι είμαστε με τον ίδιο προορισμό...
1 σχόλιο:
Έτσι Δημήτρη
Δημοσίευση σχολίου