Η φυσική επιστήμη λοιπόν όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο δεν μπορεί να μας οδηγήσει στο πλήρες Φως.
Θα προσπαθήσουμε να ερευνήσουμε σήμερα το δρόμο της Μεταφυσικής. Είναι κι αυτός ένας δρόμος της λογικής αλλά και της διαίσθησης και της ενόρασης. Μας οδηγεί στη μεταφυσική θεώρηση των πραγμάτων. Με το λογικό του ο άνθρωπος διαπιστώνει, ότι είναι απαραίτητο να δεχτεί την ύπαρξη ενός κόσμου από τον οποίο η επιστήμη ακόμη προσπαθεί να ανασύρει τον μαγικό πέπλο της Ίσιδος. Παρατηρώντας διαπιστώνουμε ότι παντού στον κόσμο βασιλεύει η τάξη, ότι μέσα από αυτό που ονομάζουμε «υπερφυσικό» πηγάζουν οι μορφές της ζωής, πριν εμφανιστούν στο προσκήνιο του φυσικού κόσμου κι αφού επιτελέσουν την εξελικτική πορεία του κύκλου τους, μέσα στο ορατό Σύμπαν, επιστρέφουν σ’ αυτό που ονομάζουμε «υπερφυσικό». Είναι ο αιώνιος χορός του Σίβα, της συντήρησης και της καταστροφής. Ο αέναος κύκλος. Ο άνθρωπος προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει το ασύλληπτο με την σκέψη, αλλά και με την ενόραση και την διαίσθηση. Το ένα και το άπειρο νοούνται ως μια έννοια.
Η μεταφυσική αποτελεί καταφύγιο του ανθρώπου και δεν είναι παρά η ασύλληπτη από την φυσική επιστήμη λειτουργία κάποιων άδηλων και άγνωστων νόμων, νόμων που μπορούν να συλλάβουν εξαιρετικά πλάσματα : Οι Μύστες, οι Ποιητές, οι Μάγοι, οι Σοφοί, οι Προφήτες, οι Μυστικιστές. Ο Έγκελς, που ήταν υλιστής, είπε ότι «προφήτης σημαίνει να μπορείς να ερμηνεύσεις τα μυστικά μηνύματα της φύσεως».
Με λογικές σκέψεις, χωρίς όμως αυστηρά επιστημονικό υπόβαθρο – με πείραμα κι απόδειξη – φτάσαμε στο συμπέρασμα που με περισσότερη ενάργεια διετύπωσε ο Σεφέρης ότι : «υπάρχει ένα ορισμένο σημείο του πνεύματος, απ’ όπου η ζωή και ο θάνατος, το πραγματικό και το φανταστικό, το πεπερασμένο και το μελλοντικό παύουν να διαπερνώνται αντιφατικά». Ο άνθρωπος συνειδητοποιεί τα δυο του μέρη. Το υλικό, που τον κολλάει στη γη και το υπερβατικό, που του δίνει τη συνεχή τάση προς τον ουρανό. Ανακαλύπτει τον μακρόκοσμο και τον μικρόκοσμο. «Όπως εν τοις άνω, ούτω κι εν τοις κάτω». Ανακαλύπτει ακόμα το νόμο της αντιθέσεως. Το Φως και το απαραίτητο Σκοτάδι, που στηρίζει και καθορίζει την έννοια του Φωτός.
Με την Μεταφυσική ο άνθρωπος, πέρα από το ορατό, διακρίνει το αόρατο, αυτό που η φυσική και τα μαθηματικά το αγνοούν γιατί δεν μπορούν να το φτάσουν. Δεχόμαστε σαν έγκυρο οτιδήποτε υποπίπτει στις αισθήσεις μας και μπορεί να επαληθευτεί. Στην ιδανική περίπτωση έχουμε επαλήθευση με το πείραμα. Τι γίνεται όμως πέρα από εκεί ;
Που οδηγεί η μεταφυσική θεώρηση των πραγμάτων ; Δεν έδωσε απάντηση στο ερώτημα ποια είναι η αόρατη εκείνη δύναμη που κινεί το Σύμπαν. Ούτε θα την δώσει. Η μεταφυσική διερεύνηση των πραγμάτων μετατοπίζεται τελικά στον μη επαληθεύσιμο χώρο της πίστης και καμιά φορά γλιστρά στη δεισιδαιμονία ή εγκαταλείπεται ευσπλαχνικά στην ποίηση. Ο άνθρωπος όμως δεν μπορεί να μη σκεφτεί και μεταφυσικά. «Αν δεν στηρίξεις το ένα πόδι έξω από τη Γη, ποτέ σου δε θα μπορέσεις να σταθείς επάνω της», ψάλλει ο Οδυσσέας Ελύτης. Εκεί τον οδηγεί η αδυναμία της Επιστήμης να μας οδηγήσει στην πλήρη Αλήθεια.
Σε επόμενο άρθρο θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε τον τελευταίο δρόμο στην αναζήτηση της αλήθειας που είναι ο εσωτερικός δρόμος προς την αληθινή γνώση, προς το Φως.