Η σεξουαλική γυμναστική
είναι μια απαιτητική κουραστική υποχρέωση που δημιουργεί άγχος για την σωστή
εκτέλεση των ασκήσεων. Οι σεξουαλικές ασκήσεις έχουν βαθμό δυσκολίας, ώστε
κανείς έχει να διαλέξει ανάμεσα σε πιο εύκολες, με μικρότερη συνεισφορά σε
βαθμούς, και σε πιο δύσκολες, που κινδυνεύει να αποτύχει εντελώς.
Οι κριτές, αν και
αόρατοι, είναι παρόντες και αναζητούν το παραμικρό λάθος για να αφαιρέσουν
βαθμούς και να επιβάλουν ποινές. Οι θεατές θα χειροκροτήσουν σε περίπτωση καλής
απόδοσης, αλλά σε περίπτωση αποτυχίας θα πάρουν απόσταση και στην καλύτερη
περίπτωση θα σταθούν συγκαταβατικά απέναντι στον ανεπαρκή.
Ο συναθλητής,
κλεισμένος στις δικές του ανασφάλειες και αγωνίες, ώστε να φέρει σε πέρας τη
δική του συμμετοχή, θα πρέπει να σταθεί στο ύψος του και να προσπαθεί
αγωνιωδώς να ανταποκριθεί στις
απαιτήσεις του αγωνίσματος. Αν όμως γίνει κάτι λάθος, τότε γίνεται από
συναθλητής αντίπαλος. Είναι αυτός που όχι μόνο ευθύνεται για την αποτυχία, αλλά
εκθέτει και τον εραστή του.
Η ερωτική συνεύρεση από
αποθεωτική εξαφάνιση του χρόνου και της απόστασης που δικαιούται να είναι,
γίνεται μια επώδυνη αυτιστική πράξη ανασφάλειας, καθώς επιδιώκει την
αναγνώριση. Την στιγμή της μεγάλης κοντινότητας δημιουργεί τεράστια απόσταση,
που νομίζει ότι θα καλυφθεί μόνο με υψηλές επιδόσεις. Διαφορετικά θα πρέπει να
εξαφανίσει τον άλλο υποτιμώντας τον για να μην τον υποτιμήσει εκείνος.
Ο τεχνίτης της
σεξουαλικής γυμναστικής τελικά εξελίσσεται σε ανίκανο εραστή, καθώς
ασχολούμενος αποκλειστικά με τις επιδόσεις του, δεν μπορεί ουσιαστικά να
σχετιστεί με τον άνθρωπο που έρχεται σε επαφή, παραμένει δηλαδή ανέπαφος.
Γι’ αυτό και η ερώτηση
στον εραστή για τον βαθμό ικανοποίησης μετά την ολοκλήρωση είναι αγχωτική και
επίμονη. «Πως ένιωσες;» Είναι η ερώτηση που, ενώ θα μπορούσε να περικλείει και
γνήσιο ενδιαφέρον, αποσκοπεί στην βελτίωση των ατομικών επιδόσεων και επομένως
δημιουργεί ένταση στον άλλο, που θα πρέπει να επιβεβαιώσει την επιτυχία του
εγχειρήματος, λες και αυτή καθ’ εαυτή η συνεύρεση δεν ήταν από μόνη της
σημαντική.
Η επανάληψη τέτοιων
μίζερων καταστάσεων τελικά οδηγεί στην εξαφάνιση της ερωτικής επιθυμίας που
καταγράφεται ως μια εμπειρία που δεν είναι και τόσο συναρπαστική και καταλήγει
στο συμπέρασμα ότι: «Τελικά υπάρχουν και πιο ενδιαφέρουσες και λιγότερο
επώδυνες εμπειρίες που αξίζει να ζήσει κανείς!»
Το «είμαι ερωτευμένος!»
που αγγίζει όλη την ύπαρξη και την αναδεικνύει, αλλάζοντας τα δεδομένα της,
πόσο μπορεί να προσεγγιστεί από το «κάνω έρωτα», που στην καλύτερη προοπτική
του αφορά μια συγκεκριμένη πράξη, που θα μπορούσε να είναι: κάνω τα μαθήματά
μου, κάνω χορό, κάνω βάρη, κάνω αυτό που πρέπει να κάνω;
Αυτό το «κάνω έρωτα»,
πόσο χρειάζεται τον άλλο; Πόσος πόθος μπορεί να υπάρχει σε κάτι που πρέπει να
γίνει; Γιατί το πάθος να εκπίπτει σε άγχος; Γιατί αυτή η αγωνία; Τόσο έντονη
είναι η ανασφάλεια που δεν ξέρει πώς να κρυφτεί; Όσοι φτάσουν να πουν ότι
«έκανα έρωτα», έχουν παύσει να είναι εραστές.
Μια ζωή δεν φτάνει για
να ζήσεις τον έρωτα ολοκληρωτικά. Ο αυθεντικός έρωτας δεν έχει τέλος, γιατί είναι
συνώνυμος με την ζωηφόρο επιθυμία. Μια λαχτάρα που όσο την αναζητάς, τόσο
μεγαλώνει, αφού στον πύρινο έρωτα οι αυθεντικοί εραστές είναι πάντοτε μαθητές.
Δημήτρης
Καραγιάννης
«Έρωτας
ή τίποτα»
Συνοδοιπόροι είμαστε με τον ίδιο προορισμό...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου